....................Στην Πάτρα, ένα μικρό στενάκι-αδιέξοδο, κοντά στην οδό Πανεπιστημίου στο ύψος των Συχαινών έχει ονομαστεί οδός "Νίκου Καχτίτση"

____________________________________________________________________________________________________________________________

Ο Νίκος Καχτίτσης γεννήθηκε στην Γαστούνη Ηλείας στις 26 Φεβρουαρίου 1926 και απεβίωσε στην Πάτρα στις 25 Μαΐου 1970, Έ λληνας πεζογράφος της μεταπολεμικής γενιάς, ο οποίος έζησε για μεγάλο διάστημα και δημιούργησε στο Μόντρεαλ του Καναδά.

____________________________________________________________________________________________________________________________________________

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Νίκος Καχτίτσης Ἐπιστολή [προς Σωκράτη Καψάσκη]

               Αλληλογραφία...                  
Ὁ Νίκος Καχτίτσης καὶ ὁ Σωκράτης Καψάσκης, 
ἀμέσως μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση στὴν παραλία Πατρὼν.
(Ἀρχεῖο: Ἠ.Χ. Παπαδημητρακόπουλου).


Νίκος Καχτίτσης

             Ἐ π ι σ τ ο λ ή 
[προς Σωκράτη Καψάσκη σ.τ.σ]
Ἀναδημοσίευση ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Ὀροπέδιο
τχ. 11, Χειμώνας 2011-2012

                      Σωκράτη,
Ε ἶ σ α ι: Ἄνθρωπος ποὺ δουλεύει μακρυὰ ἀπὸ τὸ σπίτι του, ἀλλὰτυχαίνει, βράδι νὰ βρεθεῖ ἔξω ἀπὸ τὸ χτίριο ποὺ ἐργάζεται, καὶ βλέπειἀπέξω τὰ παράθυρα χωρὶς φῶτα καὶ τὴν πόρτα κλειστή, καὶ αἰσθάνεται σὰν τὸ φάσμα του νὰ κυκλοφορεῖ μέσα στὸ γραφεῖο.
Ε ἶ σ α ι: Ρυάκι σκεπασμένο μὲ χόρτα, ἔξω στὸν κάμπο τῆς Ἠλείας, βράδι, ποὺ κελαρίζει πολὺ ἀργά, ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει οὔτε μάτι, οὔτε αὐτὶπουθενὰ γιὰ νὰ τὸ αἰσθανθεῖ.
Ε ἶ σ α ι: Πληγὴ ἐπιπόλαια ποὺ κοντεύει νὰ κλείσει, ἀλλὰ ἐντωμεταξὺτυχαίνει κάποιο ἀγκαθάκι ἢ καμμιὰ σκλήθρα καὶ παθαίνει νέα ὑποτροπή, πολὺ ἀνεπαίσθητη, ἀλλὰ ὑποχωρεῖ πάλι ἡ φλεγμονὴ καὶ ἡ πληγὴἐπουλώνεται, καὶ μένει στὸ δέρμα μιὰ ἀμυχή, σὰ ραφή.
Ε ἶ σ α ι: Γυναῖκα ποὺ ὁμολογουμένως παρασυρμένη βγῆκε στὸπεζοδρόμιο, καὶ περιπατεῖ ἀπόψε μὲ τέτοιο κρῦο, μὲ δῆθεν ἀδιαφορία, σὲἕναν ἐρημικὸ δρόμο τῆς ἀμερικανικῆς αὐτῆς πόλεως, καὶ ὅταν τῆς προτείνειἕνας μιὰ ἐξευτελιστικὴ τιμὴ τοῦ ἀπαντάει; «καλά, δὲν πειράζει, ἄλλωστε ἐγὼσυντροφιὰ ζητάω», καὶ φεύγουν καὶ οἱ δύο ἀγκαζὲ γιὰ κάποιο ἐρημικὸξενοδοχεῖο, στὴν κάτω πόλη, ὅπου αὐτὴ διαμένει κανονικά, πληρώνοντας στὴ Γαλλίδα ἰδιοκτήτρια ποσοστά.
Ε ἶ σ α ι: Δοχεῖο διακοσμητικό, σὰ βάζο, ποὺ ἀπὸ τὴν πολυκαιρίαἔχει ἀποκτήσει ὁ πυθμένας του λίγη λέρα, σὰ βάψιμο, καὶ κάνει τὸ πᾶν ἡνοικοκυρά, μὲ λεμόνι, σόδα καὶ διάφορα ἄλλα συστατικά, γιὰ νὰ τὸκαθαρίσει, ἀλλὰ τὸ βάψιμο δὲ «βγαίνει».
Ε ἶ σ α ι: Βρέφος σὲ καρροτσάκι ἐγκαταλειμένο ἔξω ἀπὸ τὴνἐξώπορτα κάτου ἀπὸ τὸν ἥλιο, γιὰ νὰ πάει ἡ μητέρα του μιὰ στιγμὴ μέσα γιὰπροσωπική της ἀνάγκη, καὶ περνάει ἕνας περαστικὸς καὶ τοῦ λέει: «Ρὲ γέρο, τί γίνεσαι ρὲ γέρο;» καὶ τὸ βρέφος τὸν κυττάει στὰ μάτια μὲ θυμό, καὶἔπειτα τὰ κλείνει μὲ ραθυμιά, σὰ γάτος.
Ε ἶ σ α ι: Λαγὸς ποὺ ὀσφραίνεται κίνδυνο τεντώνει τ’ αὐτιά του καὶἀρχίζει ἀπεγνωσμένα νὰ τρέχει καὶ μετὰ σταματάει γιὰ νὰ ἀφουγκραστεῖ καὶμὲ μεγάλη ἀνακούφιση διαπιστώνει ὅτι ὁ κίνδυνος παρῆλθε - ὁπότε στρέφεται μὲ ράθυμες κινήσεις πρὸς ἕναν παρακείμενο θάμνο, κουλουριάζει τὸ σῶμα του γιὰ νὰ ἔχει τὴν αἴσθηση τῆς περισυλλογῆς καὶτῆς ἀσφάλειας, καὶ εὐτυχισμένος βυθίζεται σὲ ὕπνο.
Ε ἶ σ α ι: Ἄνθη ἄγρια σὲ ἀνοιχτὸ πεδίο μάχης ἄνοιξη, ὅπου βασιλεύειἀπόλυτη νηνεμία, ἀλλὰ τὰ παρασύρει μετέπειτα ἕνα ἐλάχιστο ἀεράκι, σὰμακρινὴ μουσική, καὶ δίνει ὅλη ἡ ἀτμόσφαιρα τὴν ἐντύπωση στὸν περαστικὸ ὅτι κάτι τὸ μυστικὸ συμβαίνει γύρω του, καὶ τὸν καταλαμβάνει μιὰ ἀπέραντη λύπη, καὶ αἰσθάνεται ἔνοχος ποὺ αὐτὸς ἀκόμα ζεῖ.
Ε ἶ σ α ι: Ἄνθρωποι δύο ποὺ διασχίζουν καλοκαιρινὸ βράδι μὲφεγγάρι τὸν κάμπο τῆς Ἠλείας κοπρολογώντας καὶ ἀκούγονται οἱ φωνές τους ἀπὸ πολὺ μακρυά, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ τὶς ἀκούει οὔτε χαίρεται οὔτε λυπᾶται, γιατὶ οἱ ἔννοιες, λόγῳ τῆς ἀποστάσεως χάνουν τὸ βάρος τους.
Ε ἶ σ α ι:  Διακόπτης, ποὺ ὅπως πάει ἕνα χέρι γιὰ νὰ τὸν στρέψει διερωτᾶται: «Πότε θὰ μὲ ξαναστρέψουν;» Ἀλλὰ τυχαίνει νὰ ξεχαστεῖ τὸφῶς, ἀπὸ ἀμέλεια, ὅλη τὴ νύχτα ἀνοιχτό, καὶ ὁ διακόπτης, ἀντὶ νὰ καταλάβει τί συμβαίνει ἐξακολουθεῖ νὰ περιμένει, καὶ ἑπομένως ἀγρυπνεῖ μέχρι τὸπρωῒ ποὺ διαπιστώνουν οἱ ἔνοικοι τὸ λάθος.
Ε ἶ σ α ι:  Σκιὰ μέσα σὲ σπίτι ποὺ ἡ καθημερινὴ τροχιά της εἶναι πάντοτε ἡ αὐτή, ἐκτὸς μόνον ὅταν ἀλλάζουν οἱ ἐποχές, ἀλλὰ καὶ τότε ἀκόμαἡ διαφορὰ εἶναι ἐλάχιστη.
Ε ἶ σ α ι: Ψωμὶ ζυμωτὸ ποὺ ἅμα κοπεῖ ἀρχίζει νὰ διαστέλλεται, μ’ ἕναν τρόπο ποὺ εἶναι σὰ νὰ ἔχει ὀντότητα, ὅταν ὅμως μείνει στὸ ντουλάπι καὶξεραθεῖ εἶναι σὰ νεκρό.
Ε ἶ σ α ι: Νωτιαῖος μυελὸς ἀρνιοῦ ψητοῦ ποὺ ὅπως ἐξέχει λίγο ἀπὸἕνα σπόνδυλο μοιάζει καταπληκτικὰ σὰ νὰ πρόκειται γιὰ ὀχετὸ ποὺ ἔχει βουλώσει ἀπὸ τὶς διάφορες ἀκαθαρσίες καὶ τὴ γλίνα ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα κορμιά.
Ε ἶ σ α ι: Στέρνα μὲ χαλασμένο νερό, ὅπου παιδιὰ ἔχουν πετάξει μέσα καλάμια καὶ πέτρες, καὶ ὅπου, ὅπως κυττᾶμε στὴν ἐπιφάνειά του, μοιάζουν τὰ μοῦτρα μας σὰ χολερικὰ καὶ μὲ πολλὲς διαθλάσεις, ὁπότε ὁρμέμφυτα φωνάζουμε μιὰ ἀφηρημένη ἔννοια καὶ ἀκούγεται ἀπὸ τὸ βάθος ἡ ἠχώ.
Ε ἶ σ α ι: Κατάσκοπος τοῦ πρώτου παγκοσμίου πολέμου μὲμανικοκάπια καὶ μποτίνια μὲ πολλὰ φιλτισένια κουμπάκια, ὁ ὁποῖος στὰδιάφορα σαλόνια τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης, δράττοντας τὰ χέρια τῶν κυριῶν γιὰ νὰ τὰ χειροφιλήσει, δέχεται μὲ τὴ χοῦφτα του σημειωματάκια μὲπληροφορίες γιὰ διάφορα ὀχυρωματικὰ ἔργα καὶ ἔπειτα ἐξαφανίζεται ἀπὸτὰ σαλόνια, πηγαίνει σὲ μιὰ γωνία, μπογιατίζει τὰ μοῦτρα του, φορεῖτεχνητὰ μουστάκια καὶ γένεια, καὶ παρουσιάζεται σὰν ἄλλο ἄτομο, καὶ οἱἄλλοι οὔτε κὰν τὸν ὑποπτεύονται.
Ε ἶ σ α ι: Πολλὰ πράγματα ἀκόμη ποὺ θὰ σοῦ γράψω ὅταν, κτῆνος, θὰμοῦ γράψεις.

Χαῖρε καὶ ἔσο γαλαντόμος.
Μοντρεὰλ 1957

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου